Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
γιαπιτζής — ο χτίστης, οικοδόμος … Dictionary of Greek
γιαπιτζής — ο αυτός που εργάζεται στο γιαπί, ο οικοδόμος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)